Słownik grecko-polski

Podaj słowo
Επιλέξτε στρατηγική αναζήτησης
  1. φτιάχνω /ftiˈaxno/ 1. przygotowywać επιδιορθώνω, μεταποιώ 2. robić κάνω, δημιουργώ, παρασκευάζω