Słownik grecko-polski

Podaj słowo
Επιλέξτε στρατηγική αναζήτησης
  1. γέρος /ˈʝe.ɾos/ staruszek
  2. μέλος /ˈme.los/ członek τμήμα του σώματος
  3. μέρος /ˈme.ɾos/ część τμήμα ενός ευρύτερου συνόλου
  4. μέσος /ˈme.sos/ środkowy palec μεσαίο δάκτυλο