Słownik grecko-polski

Podaj słowo
Επιλέξτε στρατηγική αναζήτησης
  1. γένος /ˈʝe.nos/ rodzaj, ród, naród, nazwisko rodowe, pochodzenie
  2. γέρος /ˈʝe.ɾos/ staruszek
  3. μέρος /ˈme.ɾos/ część τμήμα ενός ευρύτερου συνόλου